Δευτέρα 4 Απριλίου 2011

Το τέλος του νόμιμου Τύπου της Κατοχής

O «Ηνωμένος Τύπος» της 17 Σεπτεμβρίου 1944 (αρχείο ΕΛΙΑ)
Τον Σεπτέμβριο του 1944, τα νέα περί ήττας των Γερμανών, στο Ανατολικό Μέτωπο, στην Ιταλία και στη Γαλλία διαδεχόταν το ένα μετά το άλλο. Η λογοκρισία που επιβάλλονταν στις νόμιμες εφημερίδες και στο Ραδιοφωνικό σταθμό των Αθηνών μάταια προσπαθούσε να αποκρύψει τη δύσκολη θέση των στρατευμάτων του Χίτλερ, αποσιωπώντας ή υποβαθμίζοντας την απελευθέρωση πόλεων της Γαλλίας και εμφανίζοντας τους Γερμανούς να προβάλλουν σκληρή και αποτελεσματική αντίσταση στις επιθέσεις των Συμμάχων.
Στην Αθήνα, ο στρατός Κατοχής είχε αποχωρήσει από τα προάστια και επικέντρωνε το ενδιαφέρον του στην προετοιμασία της  –αναπόφευκτης πλέον-  αποχώρησής του. Καθώς δεν διέθετε επαρκή στρατεύματα για την τήρηση της «τάξης», είχε παραχωρήσει αρμοδιότητες στα ελληνικά δωσίλογα Τάγματα ασφαλείας, που τελούσαν υπό την ανώτατη διοίκηση του αντιστράτηγου των Ες-Ες Βάλτερ Σιμάνα (Walter Schimana). Οι ταγματασφαλίτες, που έλεγχαν κυρίως το κέντρο της Αθήνας μέχρι και το Παγκράτι, προκαλούσαν περισσότερο φόβο από τους ίδιους τους Γερμανούς. Οι περισσότερες συνοικίες είχαν περάσει στον έλεγχο του ΕΑΜ. Ο παράνομος Τύπος διακινούταν ελεύθερα πλέον σε αυτές. Μάλιστα, το τιράζ του είχε ξεπεράσει εκείνο του νόμιμου.
Το κέντρο της Αθήνας τη 12η Οκτωβρίου 1944
Την κατάσταση που επικρατούσε στην πρωτεύουσα, εκείνο τον Σεπτέμβριο, περιγράφει ο Μανώλης Γλέζος στην Ελευθεροτυπία (11/10/2008) : «Ο ΕΛΑΣ είχε ουσιαστικά όλη την εξουσία στην Αθήνα. Γιατί η δύναμη του κατακτητή ήταν πια μονάχα οι στρατώνες του και όπου έφτανε η δύναμη της εμβέλειας των όπλων του σε μια περιστασιακή επιδρομή, για να επιστρέψει μετά στις βάσεις του. Παρ' όλο που και στις εξορμήσεις του τον χτυπούσαμε και του θέταμε προβλήματα. Ήταν ουσιαστικά απελευθερωμένες όλες οι περιοχές της Αθήνας πριν από την αποχώρηση των Γερμανών. Για παράδειγμα, για να πας από την Καλλιθέα στη Νέα Σμύρνη έπρεπε να περάσεις από το φυλάκιο του ΕΛΑΣ και αν δεν ήσουν κάτοικος της περιοχής σε ρωτούσε: "Ποιος είσαι; Πού πας; Τι θέλεις εδώ;". Αν δεν είχες σημείωμα από τον ΕΛΑΣ Καλλιθέας δεν μπορούσες να περάσεις. Μερικοί θα πουν ότι αυτό ήταν στρατοκρατικό μέτρο κ.λπ., αλλά ήταν υποχρέωσή μας να διαφυλάξουμε τις δυνάμεις μας και τον λαό από τη διείσδυση πρακτόρων του εχθρού. Όσον αφορά την Αστυνομία Πόλεων ας μην ξεχνάμε ότι ήμασταν η μόνη χώρα στην Ευρώπη όπου το ΕΑΜ είχε ισχυρή αντιστασιακή οργάνωση και εκεί. Ο Γιώργης Τσαπόγας ήταν επικεφαλής του ΕΑΜ στην Αστυνομία».
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1944, κατόπιν αποφάσεως του Γερμανού στρατιωτικού διοικητού της πρωτεύουσας Χέλμουτ Φέλμυ (Hellmuth Felmy), κυκλοφόρησαν μόνο δύο νόμιμες εφημερίδες, μία πρωινή και μία απογευματινή. Οι εφημερίδες Ακρόπολις, Ελεύθερον Βήμα, Καθημερινή, Πρωΐα, είχαν συγχωνευθεί στον «Ηνωμένο Τύπο» με υπότιτλο «Ημερησία έκδοσις των πρωϊνών εφημερίδων των Αθηνών», τη διεύθυνση του οποίου ανέλαβε ο διευθυντής της Ακρόπολις Θεόφιλος Βουτσινάς. Παράλληλα, από τη σύμπραξη της «Βραδυνής» και των «Αθηναϊκών Νέων» προέκυψαν τα «Βραδυνά Νέα», οδός Λυκούργου 8.
Τα «Βραδυνά Νέα» της 18 Σεπτεμβρίου 1944 (αρχείο ΕΛΙΑ)
Η έλλειψη δημοσιογραφικού χαρτιού αποτελεί την πιθανότερη αιτία της συγκεκριμένης απόφασης. Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι η διευκόλυνση που αποτελούσε για τη λογοκρισία η συγχώνευση των εφημερίδων. Ο «Ηνωμένος Τύπος» και τα «Βραδυνά Νέα» ήταν δισέλιδα μόνοφυλλα μεγάλου σχήματος. Οι συγκεκριμένες εφημερίδες συνέχισαν όπως και οι προηγούμενες να δημοσιεύουν πολεμικές ειδήσεις όπου ωραιοποιούνταν η στρατιωτική θέση των Γερμανών. Για τους κατοίκους της Αθήνας, οι «λαχανοφυλλάδες» αυτές είχαν πολύ μικρότερο ενδιαφέρον από τις παράνομες εφημερίδες, οι οποίες τους ενημέρωναν για τις πολεμικές εξελίξεις αλλά και τον σχηματισμό Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητος, με τη συμμετοχή του ΕΑΜ, η οποία θα αναλάμβανε την εξουσία μετά την Απελευθέρωση. Ωστόσο, εξακολουθούσαν να διαβάζουν και τον κατευθυνόμενο Τύπο για να μαθαίνουν νέα που αφορούσαν στις διανομές τροφίμων και ενδυμάτων από τον Ερυθρό Σταυρό ή να πληροφορηθούν κάτι σε σχέση με τις προθέσεις των αρχών Κατοχής. Κάποιοι τις αγόραζαν επίσης για το χρονογράφημα του Ψαθά, το μυθιστόρημά του Ξενόπουλου καθώς και τις ανώδυνες μικρές πολιτιστικές ή αθλητικές στήλες, που περιείχαν.
Οι αρχές Κατοχής χρησιμοποιούσαν τις δύο τελευταίες εφημερίδες που έλεγχαν στην Αθήνα, για τη δημοσίευση ανακοινώσεων προς τον πληθυσμό. Στις 20 Σεπτεμβρίου, για παράδειγμα, ο στρατηγός Φέλμυ δημοσίευσε μια ανακοίνωση, για να διαψεύσει τις φήμες που ήθελαν τους Γερμανούς να σχεδιάζουν πράξεις καταστροφής πριν την αποχώρησή τους  ενώ ταυτόχρονα απειλούσε για αντίποινα σε περίπτωση εχθρικών ενεργειών προς τον Γερμανικό στρατό:
«Eξ αφορμής διαδόσεων και ισχυρισμών διεσαφηνίσθη δια του Tύπου προ ολίγων ακόμη ημερών, ότι ο Γερμανικός Στρατός ούτε σχεδιάζει, ούτε προπαρασκευάζει ανατινάξεις ή καταστροφάς εις την περιοχήν της πρωτευούσης, διά των οποίων θα εξετίθετο εις κίνδυνον η ιδιοκτησία ή η ζωή των κατοίκων.
Παρά ταύτα όμως εξακολουθούν να διαδίδωνται παρόμοιαι φήμαι και σκόπιμοι ψευδείς ειδήσεις με την πρόθεσιν να εξερεθίζεται ο πληθυσμός εναντίον της Δυνάμεως κατοχής και να παρασύρεται εις απερισκέπτους ενεργείας. Oύτω διατυπούται ο ανόητος ισχυρισμός ότι η λίμνη του Mαραθώνος πρόκειται να ανατιναχθεί υπό των Γερμανών.
Διαβεβαιώ ακόμη μίαν φοράν, οτι άπασαι αι τοιαύτης φύσεως διαδόσεις, είναι αναληθείς και ότι εμφορούνται υπό κακής πίστεως. Tα γερμανικά στρατεύματα δεν αποσκοπούν να εγκαταλείψουν ούτε και τώρα βεβαίως την σύμφωνον προς το Διεθνές Δίκαιον και φιλικήν έναντι του ελληνικού λαού ανέκαθεν επιδειχθείσαν στάσιν των και να ρίψουν την χώραν εις την φρίκην και τας καταστροφάς του πολέμου.
Aπαραίτητως προϋπόθεσις προς τούτο, είναι φυσικά ότι ο πληθυσμός δεν θα λάβη εχθρικήν έναντι του Γερμανικού Στρατού στάσιν. Oυδείς Aθηναίος, όστις επιδεικνύει ήσυχον και σώφρωνα διαγωγήν, πρέπει να φοβήται διά την πόλιν του ή να γίνεται περίφροντις διά την ζωήν και την περιουσίαν του».
Στα αρχεία της Καθημερινής, του ΕΛΙΑ και των ΑΣΚΙ υπάρχουν εκδόσεις του «Ηνωμένου Τύπου» και των «Βραδυνών Νέων», μέχρι τις 28 Σεπτεμβρίου 1944. Για αρκετές ημέρες πριν την Απελευθέρωση (12 Οκτωβρίου 1944), η Αθήνα έμεινε επισήμως χωρίς εφημερίδες καθώς κυκλοφορούσαν μόνον οι παράνομες. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από ειρωνικό σχόλιο της παράνομης κεντρώας εφημερίδας «Ελευθερία» της 4ης Οκτωβρίου 1944:
«ΣΤΕΡΗΣΙΣ… Ομολογούμε ότι η έλλειψις του «νόμιμου» τύπου και του ραδιοφώνου πολύ μας στεναχωρεί. Αι ομιλίαι του Ντήτριχ, τα άρθρα των γερμανικών εφημερίδων, τα ανακοινωθέντα του Γενικού αρχηγείου του Φύρερ εις τα οποία με τόσην γλαφυρότητα περιεγράφετο το πώς, καθημερινώς, τα γερμανικά στρατεύματα κατώρθωναν να καταλαμβάνουν νέας θέσεις προς τα οπίσω, όλα αυτά, απετελούν αξιόλογον τέρψιν μέσα εις την μελαγχολίαν αυτών των ημερών. Τώρα τα εχάσαμε. Ήταν ανάγκη, και την τελευταία ώρα, να μας επιβάλουν οι Γερμανοί και αυτήν ακόμη την στέρησι;»
Σύμφωνα με όσα ανέφερε σε απολογισμό, τον Νοέμβριο του 1944, ο τότε πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Γ. Καράτζας  «αι αθηναικαί εφημερίδες παρέμειναν (…) μέχρι της στιγμής, που αι οργανώσεις των εργαζομένων έκριναν ότι πρέπει να διακόψουν την έκδοσίν των». Η συντήρηση του προσωπικού τους και των άνεργων δημοσιογράφων, όπως υποστηρίζει, αποτέλεσε τη βασική αιτιολογία της συνέχισης της έκδοσης των νόμιμων εφημερίδων κατά τη διάρκεια της Κατοχής,.
Με την προοπτική της επερχόμενης Απελευθέρωσης εξέλιπε για τους δημοσιογράφους, το βιοποριστικό κίνητρο της εργασίας σε απαξιωμένες φιλογερμανικές εφημερίδες. Εξάλλου, ένα από τα πρώτα μέτρα της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητος πριν καλά-καλά εγκατασταθεί στην Αθήνα κατά την Απελευθέρωση, ήταν η απαγόρευση των τίτλων που κυκλοφορούσαν επί Κατοχής. Χρειάστηκε να μεσολαβήσουν τα Δεκεμβριανά για να μπορέσουν να επανεκδοθούν  ορισμένες από αυτές.
Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι που είχαν εργαστεί σε φιλογερμανικές εφημερίδες στη διάρκεια της Κατοχής, δεν αντιμετώπισαν προβλήματα μετέπειτα, ωστόσο κατά το διάστημα που ακολούθησε την Απελευθέρωση, η Ένωση Συντακτών προχώρησε σε διαγραφές των πιο προβεβλημένων εξ αυτών. Ενδεικτικά, η «Ελευθερία» της 14ης Οκτωβρίου σημειώνει ότι «πλήν των χθές αναφερθέντων διεγράφησαν της Ενώσεως Συντακτών οι Ελ. Σταυρίδης, Στ. Ευταξίας και Σ. Τραυλός». Ο αείμνηστος πρόεδρος της Ενώσεως Συντακτών Γ. Καρατζάς υποστηρίζει ότι τα τρία τέταρτα των Αθηναίων δημοσιογράφων, συνεργάστηκαν με τον παράνομο Τύπο, υπονοώντας προφανώς και αρκετούς από όσους εργαζόντουσαν στον λογοκριμένο Τύπο. Η συνεργασία με κάποιο παράνομο έντυπο πριν την Απελευθέρωση, δεν μπορούσε παρά να διευκολύνει την επαγγελματική επανένταξη των δημοσιογράφων που είχαν εργαστεί στον νόμιμο Τύπο της Κατοχής.
Ορισμένες παλιές εφημερίδες επανεκδόθηκαν με νέους τίτλους για να αποφύγουν την απαγόρευση που ίσχυε γι’αυτές μετά την Κατοχή. Το Ελεύθερον Βήμα επανεκδόθηκε στις 12 Mαΐου 1945 έχοντας παράλληλα μετονομασθεί σε «Το Βήμα».
Τα «Αθηναϊκά Νέα» επανεκδόθηκαν προσωρινά το διάστημα 18 Ιανουαρίου έως 9 Mαΐου του 1945, υπό της Eπιτροπής Eργαζομένου Προσωπικού, σε σχήμα 4ο. Tο τελευταίο φύλλο είχε ως θέμα τους πανηγυρισμούς της προηγούμενης ημέρας, Eλλήνων και Συμμάχων, για τη συντριβή της Γερμανίας. Στο ίδιο φύλλο αναγγέλθηκε η διακοπή της έκδοσης των «Aθηναϊκών Nέων»: «Όπως εδηλώθη από την πρώτην ημέραν της επανεμφανίσεώς των τα "Aθηναϊκά Nέα" εξεδίδοντο από το εργαζόμενον προσωπικόν των και το προσωπικόν του "Eλευθέρου Bήματος" και δια λογαριασμόν του συνόλου και χωρίς καμμίαν απολύτως ανάμιξιν ούτε πολιτικής ούτε οικονομικής μορφής του κ. Δ. Λαμπράκη. H έκδοσις αυτή δεν απετέλει επιχείρησιν, αλλά είχε ως μοναδικόν σκοπόν την αντιμετώπισιν των οικονομικών αναγκών του αργούντος προσωπικού και ως προϋπόθεσιν την δωρεάν χρησιμοποίησιν και εκμετάλλευσιν των τυπογραφικών εγκαταστάσεων του κ. Δ. Λαμπράκη, εφ’ όσον ούτος απείχεν της ενεργούς δημοσιογραφίας. Ήδη όμως, ότε ο κ. Δ. Λαμπράκης εκδίδει από του Σαββάτου [12 Mαΐου 1945] "Tο Bήμα" και ολίγας ημέρας αργότερον απογευματινήν "Tα Nέα". η προϋπόθεσις αυτή ελλείπει, και δια τούτο από σήμερον διακόπτεται η έκδοσις των "Aθηναϊκών Nέων"...»
Πιο περιπετειώδης υπήρξε η επανέκδοση της «Ακρόπολις» που επιχείρησε να μετονομασθεί σε «Ελεύθερα Ακρόπολις». Η συγκεκριμένη μετονομασία δεν έγινε αποδεκτή με αποτέλεσμα να κυκλοφορεί στις 30 Νοεμβρίου 1944, με ημικενό τίτλο ως «Ελεύθερα» και την επόμενη μέρα ως «Ελεύθερα Πόλις». Στις 23 Ιανουαρίου 1945, επανεκδόθηκε με το αρχικό της όνομα.
Η «Ελεύθερα Ακρόπολις» της 30 Νοεμβρίου 1944
Στη Γαλλία, διαδραματίστηκαν παρόμοια γεγονότα με εκείνα της Ελλάδος, κατά την εβδομάδα που προηγήθηκε της Απελευθέρωσης του Παρισιού στις 25 Αυγούστου 1944. Ο γερμανόφιλος Τύπος κυκλοφόρησε για τελευταία φορά στις 17 Αυγούστου ενώ είχε ξεκινήσει γενική απεργία στην οποία συμμετείχε, από τις 15 του μηνός, και η αστυνομία. Τα τελευταία φύλλα δεν έγραφαν λέξη για την απεργία ούτε για το κλίμα εξέγερσης στη γαλλική πρωτεύουσα. Ούτε ενημέρωσαν τους αναγνώστες τους για την διακοπή της έκδοσης τους. ‘Έπρεπε μέχρι το τέλος να τηρηθεί η ψευδαίσθηση της ομαλότητας. Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης και συγκεκριμένα από τις 20 Αυγούστου, οι αντιστασιακές οργανώσεις κατέλαβαν τις εγκαταλελειμμένες εγκαταστάσεις του νόμιμου Τύπου και από τις 21 Αυγούστου, κυκλοφόρησαν οι πρώτες αντιστασιακές εφημερίδες μεγάλου σχήματος. Η χρήση των νέων εγκαταστάσεων, τους επέτρεψε να δημοσιεύσουν φωτογραφίες της εξέγερσης πριν ακόμη απελευθερωθεί η πόλη.
Στην Αθήνα αντίθετα, οι παράνομες εφημερίδες δεν μπόρεσαν να εκδοθούν άμεσα στο μεγάλο σχήμα του λογοκριμένου Τύπου της Κατοχής. Η κυβέρνηση της Απελευθέρωσης επέτρεψε την έκδοσή τους μόνο «εις το σχήμα εις το οποίον οποίον εξεδίδοντο μέχρι σήμερον δια των ίδιων μέσων και μόνον εις επίπεδα πιεστήρια» (Καθημερινά Νέα, 13-10-1944). Επίσης τα κυλινδρικά πιεστήρια και οι λινοτυπικές μηχανές με  τις τυπογραφικές τους εγκαταστάσεις επιτάχθηκαν. Διατάχθηκε η δέσμευση του υπάρχοντος στην Αθήνα, τυπογραφικού χαρτιού, σε ρολούς ή σε δεσμίδες οπουδήποτε και αν βρίσκεται και η εκτέλεση της σχετικής απόφασης ανατέθηκε στις αστυνομικές αρχές. Η συγκεκριμένη απόφαση δικαιολογείται από το γεγονός ότι δεν υπήρχε επάρκεια χαρτιού και έπρεπε να διασφαλιστεί η ισότιμη πρόσβαση των νέων εφημερίδων στα μέσα εκτύπωσης.
Οι περιορισμοί συνεχίστηκαν και τον Νοέμβριο του 1944, όποτε επιτράπηκε η χρήση κυλινδρικών μηχανών. Συγκεκριμένα, η εθνικιστική εφημερίδα «Δράσις» της 23ης Νοεμβρίου 1944, μας πληροφορεί ότι «η "ΔΡΑΣΙΣ" ίνα ανταποκριθή προς την καθ' ημέραν αυξανόμενην κυκλοφορίαν της εκδίδεται από σήμερον εις κυλινδρικά πιεστήρια. Τούτο συνεπάγεται τον περιορισμόν των διαστάσεων του φύλλου, σύμφωνως προς την σχετικήν υπουργικήν απόφασιν». Πρακτικά, την περίοδο Οκτωβρίου − Νοεμβρίου 1944 της Απελευθέρωσης, συνυπάρχουν τρία σχήματα: το μικρό (και αρχικό του παράνομου Τύπου), το μεσαίο και το μεγάλο. Το μεσαίο σχήμα είναι το επικρατέστερο και οι εφημερίδες είναι μονόφυλλες, όπως και κατά κανόνα στην Κατοχή.